Unachtsamkeit - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Unachtsamkeit - translation to Αγγλικά


Unachtsamkeit      
n. inattention, carelessness, heedlessness; negligence, lack of attention
inadvertency      
n. Unachtsamkeit; Zerstreutheit; Nachlässigkeit
inattention      
n. Unaufmerksamkeit; Unachtsamkeit, Vernachlässigung; Ungehorsam
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για Unachtsamkeit
1. In der Nachspielzeit bestrafte Aloisi eine weitere Unachtsamkeit sogar noch mit dem 4÷3.
2. Es wird vermutet, daß erneut Unachtsamkeit der Pflegerin die Tragödie auslöste.
3. Tokio (dpa) – Ein Jäger in Japan hat dank der Unachtsamkeit der Polizei die Lizenz für ein Schweizer Sturmgewehr erhalten.
4. Ersten Ermittlungen zufolge hatte der Lokführer des Vorortzuges wegen Übermüdung oder Unachtsamkeit nicht rechtzeitig gebremst und so den Unfall verursacht.
5. Das streng geheime Projekt sei durch eine Unachtsamkeit des Militärs ans Licht gekommen, berichtete die Zeitung Kommersant am Mittwoch.